Στον πρώτο όροφο της Aποθήκης A με θέα
προς τον επιβατικό σταθμό του Λιμανιού, το Μουσείο Φωτογραφίας
Θεσσαλονίκης συνεχίζει την αγγελοπουλική παράδοση του περιβάλλοντα χώρου
του: είναι ένα Μουσείο βυθισμένο στην ομίχλη. Διοικητικά κενά,
γραφειοκρατικά προβλήματα, οργανωτικές εκκρεμότητες και εντάσεις ανάμεσα
σε πρόσωπα πλήττουν τον οργανισμό, συνθέτοντας ένα σκηνικό παραλόγου.
Είναι χαρακτηριστικό ότι το 2012, έτος της Photobiennale, οδεύει στη
λήξη του, χωρίς να έχουμε δει παρά μικρό μέρος της διοργάνωσης, το
κεντρικό πρόγραμμα της οποίας μετατίθεται για το 2013.
Στα 15
χρόνια από την ίδρυσή του, το Μουσείο Φωτογραφίας, εμπνευστής του οποίου
ήταν ο πρωτοπόρος Αρις Γεωργίου, έχει περάσει θεσμικά από 40 κύματα.
Ιδρύθηκε ως τμήμα του Κρατικού Μουσείου Σύγχρονης Τέχνης και δεν έπαψε
να αποτελεί τμήμα του επισήμως, από νομικής πλευράς. Ανεπισήμως κι από
ουσιαστικής πλευράς, το Μουσείο λειτουργεί αυτόνομα εδώ και τουλάχιστον
μία εξαετία. Αυτήν τη στιγμή πάντως λειτουργεί χωρίς διευθυντή: η θητεία
του Βαγγέλη Ιωακειμίδη έληξε στις αρχές του 2011 και μέχρι σήμερα δεν
έχει ανανεωθεί. «Η πλήρωση της θέσης είναι σε διαδικασία ολοκλήρωσης»,
λέει ο ίδιος, αποδίδοντας την εντυπωσιακή καθυστέρηση (περίπου δύο
χρόνια) σε γραφειοκρατικούς λόγους.
Αποτέλεσμα της ασάφειας ως
προς τη νομική υπόσταση του φορέα είναι το γεγονός ότι τον τελευταίο
καιρό πιστωτές που διεκδικούν οφειλόμενα προσφεύγουν δικαστικά,
διεκδικώντας τα χρήματά τους από το Κρατικό Μουσείο Σύγχρονης Τέχνης ως
«μητρικό» οργανισμό. Μεταξύ άλλων μάλιστα, δικαστήριο που ασχολήθηκε με
την υπόθεση εντόπισε ασάφειες στη διατύπωση για τη συγκρότηση του φορέα.
«Είναι καθαρά θέμα λύσης που πρέπει να δοθεί από την Πολιτεία», τονίζει
η πρόεδρος του δ.σ. του ΚΜΣΤ, Κατερίνα Κοσκινά. «Προσωπικά ως πρόεδρος
του δ.σ., αλλά και το δ.σ. έχουμε κάνει όλες τις απαραίτητες κινήσεις
προς το Μουσείο Φωτογραφίας και το υπουργείο και ελπίζουμε ότι θα βρεθεί
τελική λύση. Αυτήν τη στιγμή γινόμαστε ερήμην μας αποδέκτες εξωδίκων,
δεδομένου ότι το Μ.Φ. δεν έχει νομική προσωπικότητα. Και δυστυχώς τα
λάθη άλλων ή τα χρέη άλλων έρχονται στο ΚΜΣΤ, το οποίο κάνει τεράστιο
αγώνα για να είναι αποδοτικό και παραγωγικό σε τέτοιους καιρούς και να
μην έχει χρέη».
«Τα χρέη είναι δικά μας, δεν τα αποποιούμαστε, και
το υπουργείο είναι ενήμερο για την κατάσταση», απαντάει ο κ.
Ιωακειμίδης. Ο ίδιος λέει ότι τα χρέη αυτά, τα οποία μπορούν να
ρυθμιστούν, δεν οφείλονται σε διαχειριστικά κενά, αλλά συναρτώνται με τη
μείωση της επιχορήγησης τη διετία 2009 - 2010, τη μετακύλιση οφειλών
της προηγούμενης διοίκησης και ένα ζήτημα που σχετίζεται με την απόδοση
του ΦΠΑ. Η ετήσια επιχορήγηση του ΜΦ, όπως διευκρινίζει, ανέρχεται σε
220.000 ευρώ (για το 2011).
Ο ίδιος πάντως παραδέχεται ότι αυτήν
τη στιγμή το ΜΦ λειτουργεί με ένα «υβριδικό σχήμα που δεν μπορεί να
λειτουργήσει. Νομικά πάντως για μας το ζήτημα έχει κλείσει, αφού έχουν
γίνει οι σχετικές ανακοινώσεις για την αυτονόμηση του φορέα στο παρελθόν
από υπουργούς όπως ο Γ. Βουλγαράκης και ο Μ. Λιάπης. Θεωρώ ότι υπάρχει
συνέχεια στο κράτος, παρά τις αλλαγές στο υπουργείο». Πέρα από τα όποια
προβλήματα, ο κ. Ιωακειμίδης δεν παύει να τονίζει ότι το Μουσείο
Φωτογραφίας -μοναδικό στο είδος του στην Ελλάδα- βρίσκεται σε τροχιά
ανάπτυξης. «Από οργανισμός ημιτοπικής εμβέλειας κατάφερε να αποκτήσει
διεθνή απήχηση», λέει παρουσιάζοντας με υπερηφάνεια τα δεδομένα της
πενταετίας 2006 - 2010: 326 εκθέσεις, 623.000 επισκέπτες, 70 διεθνείς
συνεργασίες, ίδιοι πόροι 682.000 ευρώ. Δεν βρίσκει να προκύπτει
οποιοδήποτε όφελος από τη συγχώνευσή του με το ΚΜΣΤ και μάλιστα είναι
πεπεισμένος ότι αν η Πολιτεία διατηρούσε οκτώ μόνο πολιστικούς
οργανισμούς, ο ένας από αυτούς θα έπρεπε να είναι το Μουσείο
Φωτογραφίας. «Η φωτογραφία είναι φτηνή τέχνη κι επιπλέον έχει μέλλον,
μπορεί να την "αντέξει" η Ελλάδα».
Οσο για τη Photobiennale, ο κ.
Ιωακειμίδης λέει ότι ο βασικός λόγος για την καθυστέρηση στην παρουσίαση
του κεντρικού προγράμματος (μετατέθηκε για το διάστημα Ιανουάριος -
Μάιος του 2013) ήταν οι επετειακές εκδηλώσεις του 2012, που μονοπωλούν
τους εκθεσιακούς χώρους στη Θεσσαλονίκη, καθώς και γραφειοκρατικές
διαδικασίες σε σχέση με το ΕΣΠΑ.
Μελανή σελίδα στην
πρόσφατη ιστορία του Μουσείου Φωτογραφίας Θεσσαλονίκης αποτελεί η
πυρκαγιά που προκλήθηκε τον περασμένο Μάιο σε αποθήκες στη Σίνδο, όπου
φυλασσόταν το μεγαλύτερο μέρος της σύγχρονης συλλογής του (πάνω από
2.000 έργα). Το συμβάν έγινε γνωστό με 40 ημέρες καθυστέρησης και
μάλιστα αφού δημοσιοποιήθηκε επιστολή διαμαρτυρίας 19 φωτογράφων, έργα
των οποίων συμπεριλαμβάνονται στα καταστραφέντα από την πυρκαγιά.
«Λυπάμαι
πολύ γιατί καταστράφηκε μία σημαντική συλλογή. Περιμένουμε τα πορίσματα
και την απόδοση ευθυνών. Εχουμε κάνει προσπάθειες έστω να ενημερωθούμε,
αφού κατά τον ισχύοντα νόμο το Μ.Φ. είναι τμήμα του ΚΜΣΤ αλλά τόσο η
Εφορεία όσο και η πρώην διεύθυνση δεν θέλησαν να μας ενημερώσουν. Εχουμε
ενημερώσει το ΥΠΠΟΤ και θεωρούμε ότι η όποια λύση δεν μπορεί να
προέλθει παρά από την Πολιτεία, διότι ούτως ή άλλως οι συνθήκες όπως
ισχύουν τα τελευταία χρόνια μόνο πρόβλημα δημιουργούν στο ΚΜΣΤ κυρίως
αλλά και υπονομεύουν την προσπάθεια που γίνεται στη Θεσσαλονίκη για
συλλειτουργία και συνέργεια σημαντικών πολιτιστικών χώρων», λέει η κ.
Κοσκινά. Η ίδια θέτει μία σειρά από ερωτήματα: «Πώς, ποιος και γιατί
διαχειρίστηκε με αυτόν τον τρόπο τη συλλογή; Και με ποια έγκριση αυτά τα
έργα φυλάχτηκαν στα κοντέινερς; Γιατί π.χ. δεν ζητήθηκε να φυλαχτούν
στο δικό μας χώρο δωρεάν ως εποπτεύουσας αρχής; Πόσα έργα καταστράφηκαν,
ποια από αυτά ήταν στη συλλογή και ποια σε δάνεια; Ποια έργα μπορούν να
αναπαραχθούν και ποια όχι;».
Ο κ. Ιωακειμίδης τονίζει ότι
πρόκειται για ένα ατύχημα που θα μπορούσε να συμβεί και στο μεγαλύτερο
μουσείο του κόσμου, αρνείται ότι υπήρξε οποιαδήποτε διάθεση
μυστικοπάθειας από την πλευρά του Μ.Φ. («βγάλαμε ανακοίνωση στο site μας
δύο μέρες μετά το γεγονός»), αποδίδει τον τρόπο με τον οποίο
διαχειρίστηκε ο φορέας επικοινωνιακά το ζήτημα σε ουσιαστικούς λόγους
(έπρεπε να γίνει αυτοψία, πιστοποίηση, να ενημερωθεί το υπουργείο) και
δεσμεύεται να δώσει συνέντευξη Τύπου, στην οποία θα δώσει όλα τα
στοιχεία στη δημοσιότητα, αφού πρώτα παραδοθεί το πόρισμα της
Πυροσβεστικής Υπηρεσίας και της Εισαγγελίας.
(Xρύσα Νάνου-Αγγελιοφόρος)